Με την έκρηξη των πληθυσμών του αγριόχοιρου σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, έχει επανέλθει στη δημόσια συζήτηση από διάφορους περιβαλλοντολόγους και αντίθετους με το κυνήγι, η άποψη ότι η λύση είναι να «αφήσουμε τη φύση να αυτορρυθμιστεί», μέσω της δράσης φυσικών θηρευτών όπως ο λύκος.
Είναι όμως αυτό ρεαλιστικό και επαρκές; Τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πως όχι.
Διατροφικές προτιμήσεις του λύκου
Ο λύκος είναι ευκαιριακός θηρευτής και κυνηγά κυρίως με βάση τη διαθεσιμότητα, τον κίνδυνο και την ενεργειακή απόδοση.
Ο αγριόχοιρος, ειδικά τα ενήλικα άτομα, είναι:
- Μεγάλα και ισχυρά ζώα,
- Οπλισμένα με χαυλιόδοντες,
- Κινούνται σε αγέλες που αμύνονται συλλογικά.
Αντίθετα, ο λύκος στρέφεται πιο συχνά προς:
- Ελάφια και ζαρκάδια,
- Μικρά θηλαστικά,
- Κατά περίπτωση, οικόσιτα ζώα.
Μελέτες δείχνουν ότι οι αγριόχοιροι αποτελούν μόνο μικρό ποσοστό της λείας του λύκου, κυρίως νεογνά ή τραυματισμένα ζώα (Meriggi et al., 1996; Gazzola et al., 2005).
Χωρική αναντιστοιχία
Αν και οι λύκοι έχουν διευρύνει την εξάπλωσή τους και απαντώνται πλέον σποραδικά σε πεδινές και προαστικές περιοχές, η παρουσία τους σε αυτές παραμένει περιορισμένη και αποσπασματική. Αντίθετα, ο αγριόχοιρος έχει εγκατασταθεί μαζικά σε:
- Χαμηλού υψομέτρου γεωργικές εκτάσεις,
- Προάστια και ημιαστικές περιοχές,
- Ζώνες με υψηλή ανθρώπινη δραστηριότητα.
Αυτή η χωρική αναντιστοιχία -ακόμα και με την πρόσφατη επέκταση του λύκου- καθιστά αδύνατη την άσκηση ουσιαστικής θηρευτικής πίεσης στους πληθυσμούς του αγριόχοιρου, εκεί ακριβώς όπου παρατηρούνται οι μεγαλύτερες συγκρούσεις με τον άνθρωπο.
Υπεροχή και δυναμική του αγριόχοιρου
Ο αγριόχοιρος και δη τα υβρίδια αυτών είναι ένα είδος με:
- Υψηλή αναπαραγωγική ικανότητα (5–10 μικρά ανά γέννα),
- Πρώιμη σεξουαλική ωρίμανση,
- Προσαρμοστικότητα σε ποικιλία οικοτόπων,
- Αξιοσημείωτη νοημοσύνη και μνήμη.
Η συμπεριφορά του αλλάζει προσαρμοζόμενη στις ανθρώπινες δραστηριότητες. Μπορεί να τραφεί από καλλιέργειες, σκουπίδια, φυσικούς καρπούς και βελανίδια.
Η εξάπλωσή του αγγίζει πλέον από τα προάστια των πόλεων αλλά και εντός των αστικών περιοχών. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχει χαρακτηριστεί ως είδος με δυναμική επιθετικής εξάπλωσης.
Έλλειψη ρυθμιστικής επίδρασης
Οι λύκοι επιλέγουν μεμονωμένα, αδύναμα, ασθενικά, νεαρά ή και τραυματισμένα άτομα. Αυτό βελτιώνει τη γενετική ποιότητα του πληθυσμού, όχι τον αριθμό του. Έτσι λοιπόν δεν ασκούν επαρκή θηρευτική πίεση. Κατά συνέπεια δεν ανταποκρίνονται στον εκθετικό ρυθμό αναπαραγωγής του αγριόχοιρου.
Η θήρευση από λύκους, ενώ ενδέχεται να συμβάλλει ελάχιστα στη φυσική επιλογή (π.χ. αφαίρεση ασθενών ζώων), δεν επαρκεί για τον έλεγχο του πληθυσμού των αγριόχοιρων.
Η ανάγκη για διαχειριστική παρέμβαση
Οι υπερπληθυσμοί αγριόχοιρων έχουν σημαντικές επιπτώσεις:
- Καταστροφές σε γεωργικές καλλιέργειες,
- Αύξηση τροχαίων ατυχημάτων,
- Μετάδοση ζωονόσων (π.χ. αφρικανική πανώλη),
- Ανταγωνισμός με άλλα είδη άγριας πανίδας.
Ως εκ τούτου, η επιστημονικά τεκμηριωμένη διαχείριση μέσω ελεγχόμενης θήρας παραμένει το μόνο αποτελεσματικό εργαλείο για τον έλεγχο του πληθυσμού του αγριόχοιρου.
Συνεπώς, η άποψη ότι οι λύκοι μπορούν να ρυθμίσουν από μόνοι τους τους πληθυσμούς του αγριόχοιρου δεν ευσταθεί:
Δεν θηρεύουν επαρκώς,
Δεν καλύπτουν επαρκώς τις επίμαχες περιοχές,
Δεν συμβαδίζουν με τη δυναμική εξάπλωσης του θηράματος.
Η λύση απαιτεί ανθρώπινη παρέμβαση με επιστημονικά εργαλεία και συντονισμένη δράση. Η διαχείριση του αγριόχοιρου δεν μπορεί να βασιστεί σε ρομαντικές προβολές της φύσης, αλλά σε ρεαλισμό και τεκμηριωμένη πολιτική.
Όσοι επιμένουν να επικαλούνται τους λύκους ως μοναδική λύση στο μείζον αυτό και παρατεταμένο πρόβλημα, κλείνουν τα μάτια στην επιστήμη και ανοίγουν τον δρόμο για την ανεξέλεγκτη καταστροφή.
Η φύση δεν είναι αφίσα σε τοίχο οργάνωσης. Είναι ένα δυναμικό, σκληρό σύστημα που απαιτεί γνώση, όχι συνθήματα. Το οικολογικό ενδιαφέρον δεν μετριέται με άκρατο συναισθηματισμό, αλλά με ευθύνη απέναντι στον αγρότη, τον οδηγό και τη βιοποικιλότητα που απειλείται από την υπερσυγκέντρωση ενός και μόνο είδους.
ΠΗΓΗ: kynigesia.gr