Tο 1935, τα πρώτα προϊόντα της «Εθνικής Βιομηχανίας Γάλακτος», όπως ήταν το αρχικό όνομά της, κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, από το εργοστάσιου του Βοτανικού που έφτιαξαν οι αδερφοί Σουραπά.
Mέχρι το 1934 το σύνολο των γαλακτοκομικών προϊόντων πωλούνταν χύμα. Ο τρόπος διάθεσης άρχισε να αλλάζει από το το 1934 από τους αδερφούς Σουραπά, με καταγωγή από τα Βέρβενα, οι οποίοι ίδρυσαν την Εθνική Βιομηχανία Γάλακτος, η γνωστή σε όλους μας ΕΒΓΑ.
Οι Αφοί Σουραπά, από την Τρίπολη, συνολικά έξι αδέρφια εκ των οποίων τα τέσσερα μετανάστευσαν στο Σικάγο της Αμερικής. Έχοντας πια αποκτήσει κάποια σχετική οικονομική επιφάνεια, τα έξι αδέρφια αποφασίζουν να αναγείρουν το πρώτο στην ελληνική αγορά εργοστάσιο παστεριωμένου γάλακτος. Τα χρόνια εκείνα, η διακίνηση του φρέσκου γάλακτος ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα των πλανόδιων πωλητών και των γαλακτοκομείων. Έχοντας αυτό κατά νου, τα αδέρφια Σουραπά διέγνωσαν μια άνευ προηγουμένου επιχειρηματική ευκαιρία.
Το εργοστάσιο, συνολικής έκτασης 10.000 τ.μ., κτίζεται στην περιοχή του Βοτανικού, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα, ενώ το κόστος του φθάνει σε δυσθεώρητα, για τα δεδομένα της εποχής, ύψη ξεπερνώντας κατά πολύ τα 35 εκατ. δραχμές. Η επιλογή της τοποθεσίας, φυσικά, μόνο τυχαία δεν ήταν, αφού την εποχή εκείνη η περιοχή αυτή έσφυζε από βουστάσια, τα οποία θα προμήθευαν το γάλα προς επεξεργασία στο εργοστάσιο της εταιρείας.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1935, τα πρώτα προϊόντα της ‘’Εθνικής Βιομηχανίας Γάλακτος’’, όπως ήταν το αρχικό όνομά της, κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά. ‘’Επενδύοντας’’ στη δύναμη της συσκευασίας, το παστεριωμένο γάλα και η κρέμα γάλακτος διατίθεται σε γυάλινο μπουκάλι, το αγελαδινό γιαούρτι σε κεσέδες από αλουμίνιο και το βούτυρο σε χάρτινο πακέτο. Μία νέα βιομηχανία, αυτή των γαλακτοκομικών προϊόντων, είχε μόλις γεννηθεί.
Η νεοσύστατη επιχείρηση από την πρώτη σχεδόν στιγμή θα περνούσε στην κερδοφορία. Η φήμη της, πάντως, θα απογειωνόταν το 1936, όταν παρουσίασε το παγωτό ξυλάκι, το παγωτό σε κύπελλο και το χωνάκι με σοκολάτα και αμύγδαλο. Το ‘’ξυλάκι’’, μάλιστα, ήταν αυτό που της χάρισε την πρώτη της ευρεσιτεχνία, αν και εικάζεται ότι παγωτά ξυλάκια ήδη κυκλοφορούσαν στην αγορά αλλά σε εξαιρετικά περιορισμένη κλίμακα. Εν τω μεταξύ, η εταιρεία αλλάζει όνομα, ύστερα από υπόδειξη του δικτάτορα Μεταξά, αφού το ‘’Εθνική’’ θα αντικατασταθεί από το ‘’Ελληνική’’. Η δε δυναμική της ανακόπτεται εξαιτίας του πολέμου και της Κατοχής. Στο διάστημα αυτό η ΕΒΓΑ περιορίζεται στην παρασκευή παστεριωμένου γάλακτος, η διανομή του οποίου γίνεται υπό τον έλεγχο του Ερυθρού Σταυρού και των στρατευμάτων κατοχής.
Σημαντικό βαθμό στην καθιέρωσή της στην κορυφή θα διαδραματίσει ένας νέος θεσμός, ‘’η ΕΒΓΑ της γειτονιάς’’, με τη δημιουργία, τη δεκαετία του ’50, τουλάχιστον 900 πρατηρίων στην πρωτεύουσα, τα οποία, σύμφωνα με ανταποκρίσεις της εποχής, μόλις και μετά βίας καλύπτουν τις ανάγκες του κοινού. Πλέον, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, δεν υπάρχει κανένα απολύτως προϊόν της εταιρείας που κυκλοφορεί σε συσκευασία επιστρεφόμενη στο εργοστάσιο. Η καθιέρωση της πλαστικής συσκευασίας σε όλα τα προϊόντα της ΕΒΓΑ, καθώς και οι σχολαστικοί ποιοτικοί έλεγχοι, επαρκούν για να «ικανοποιήσουν και έναν παθολογικά ακόμη σχολαστικό καταναλωτή».
Το 1964 αποτελεί χρονιά-σταθμό στην εξέλιξη της συσκευασίας του γάλακτος στην ελληνική αγορά. Τότε, η ΕΒΓΑ γίνεται η πρώτη βιομηχανία και ανάμεσα στις πρώτες σ’ όλη την Ευρώπη, που αλλάζει τη συσκευασία του γάλακτος από γυάλινη σε πλαστική μιας χρήσεως. Έκτοτε η Ελληνική Εταιρεία Γάλακτος και Αλεύρου, όπως θα μετονομασθεί στα τέλη του 20ού αιώνα λόγω της επέκτασής της στα κατεψυγμένα αρτοσκευάσματα, θα ‘’αλλάξει χέρια’’ δύο φορές, καταλήγοντας το 1988 στον όμιλο εταιρειών Φιλίππου.
Ήταν η πρώτη του είδους της στην Ελλάδα. Η ΕΒΓΑ παρήγαγε για πρώτη φορά παστεριωμένο γάλα, τυποποιημένο παγωτό (είχε την ευρεσιτεχνία της παραγωγής του παγωτού «ξυλάκι»), γιαούρτι σε κεσεδάκια και βούτυρο σε πακέτο.