Στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήταν περίπου 75.000 – με την εκβιομηχάνιση όμως της γεωργίας και κυρίως την εισαγωγή βελτιωμένης ράτσας αγελάδων που αποδίδουν δεκαπλάσια σχεδόν παραγωγή γάλακτος, ήταν οι κύριοι παράγοντες βαθμιαίας ελάττωσης των ζώων. Σήμερα, ο αριθμός τους εχει περάσει τους 3.000.
Oι νεροβούβαλοι ήρθαν στην Ελλάδα όπως λέγεται από την Ασία και συγκεκριμένα την περίοδο της εκστρατείας του Ξέρξη. Οι στρατιώτες τους προτιμούσαν γιατί ήταν πολύ δυνατά και ανθεκτικά ζώα και χρησίμευαν στις μεταφορές.
Σύμφωνα πάντα με την ιστορία, κάποια στιγμή δέχθηκαν επίθεση από λιοντάρια ή άλλα άγρια ζώα την στιγμή που οι στρατιώτες μετέφεραν προμήθειες διασχίζοντας τον ποταμό Στρυμόνα και τα βουβάλια σκόρπισαν. Σιγά σιγά οι Έλληνες τα συγκέντρωσαν, τα εξημέρωσαν και άρχισαν να τα χρησιμοποιούν τόσο για τις μεταφορές, όσο για τις γεωργικές εργασίας, το κρέας, το γάλα και τα προϊόντα τους.
Τις δεκαετίες του 60’, 70’, 80’ οι Έλληνες εγκατέλειψαν μαζικά την ενασχόληση με την γη και την κτηνοτροφία καθώς ήταν η περίοδος της έντονης μετανάστευσης. Αυτό σε συνδυασμό με την μείωση των εκτάσεων που έβοσκαν οι νεροβούβαλοι, αλλά και η προτίμηση των κτηνοτρόφων σε άλλα είδη όπως οι αγελάδες (για την παραγωγή γάλακτος) και οι μόσχοι (για το κρέας τους), είχαν σαν αποτέλεσμα να μειωθεί δραματικά ο πληθυσμός τους. Στις αρχές του 21ου αιώνα είχαν μείνει μόνο 1000 βουβάλια στην Ελλάδα.
Τη δεκαετία του `50, λόγω και της μεγάλης εισαγωγής αγελάδων από την Ολλανδία, αυτά ελαχιστοποιήθηκαν και έτειναν να εξαφανιστούν. Λίγο πριν το 2000, οι πληθυσμοί που είχαν απομείνει, εντάχθηκαν σε πρόγραμμα διατήρησης με το χαρακτηρισμό της σπάνιας φυλής αγροτικών ζώων υπό εξαφάνιση, και αυτό βοήθησε σημαντικά στην αύξηση τους.
Βούβαλος είναι γένος μεγάλων αρτιοδάκτυλων μηρυκαστικών θηλαστικών που συγγενεύει με το βόδι γι΄ αυτό και ανήκει στην οικογένεια των βοειδών. Χαρακτηριστικότερο είδος είναι ο Βούβαλος η βούβαλις συνών. Βούβαλος ο κοινός ή ινδικός ή ασιατικός. Κατάγεται από τις Ινδίες, από όπου τον 5ο αι. μ.Χ. με τις επιδρομές του Αττίλα, διαδόθηκε σε πολλά μέρη και εξημερώθηκε.
Πρόκειται για μεγαλόσωμα ζώα που το ύψος τους κυμαίνεται από 1 – 1,50 μ. στο ακρώμιο και το βάρος τους, το οποίο ποικίλλει, μπορεί να φτάσει τα 1.000 κιλά. Η διάρκεια της ζωής του είναι κατά μέσο όρο 17-20 χρόνια. Του αρέσει να βυθίζεται στο νερό ή και στον βούρκο αφήνοντας μόνο το κεφάλι του απέξω. Αυτό το κάνει για να αποφεύγει τα τσιμπήματα των εντόμων. Ζει μόνος ή και σε αγέλες. Στην Ελλάδα απαντάται στη Μακεδονία, ιδιαίτερα στα παραλίμνια της Κερκίνης και στη Θράκη.
Οι νεροβούβαλοι στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήταν περίπου 75.000 – με την εκβιομηχάνιση όμως της γεωργίας και κυρίως την εισαγωγή βελτιωμένης ράτσας αγελάδων που αποδίδουν δεκαπλάσια σχεδόν παραγωγή γάλακτος σε σχέση με αυτούς ήταν οι κύριοι παράγοντες βαθμιαίας ελάττωσης του.
Το 2004 ιδρύεται ο Κτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Βουβαλοτρόφων Ελλάδος (Κ.Σ.Β.Ε) με στόχο την γενετική βελτίωση και προώθηση των ελληνικών Βουβαλιών στην περιοχή της Βορείου Ελλάδος αρχικά και στην συνέχεια σε όποιες περιοχές υπάρχει βουβαλοτροφία. (http://www.greekwaterbuffalo.gr/vouvali/plhthysmos-2004-2011.html) Έτσι ενώ το 2004 είχαν καταγραφεί 1012 βούβαλοι μέχρι το 2011 ο αριθμός τους είχε περάσει τους 3000 και προστατεύονται επειδή θεωρούνται είδος προς εξαφάνιση και προστατεύονται από την σύμβαση Ραμσάρ.
Οι νεροβούβαλοι ζουν και μεγαλώνουν σε φυσικές συνθήκες. Δεν μπορούν ναζ ήσουν σε αιχμαλωσία για αυτό και δεν σταβλίζονται αλλά είναι πάντα ελευθέρας βοσκής χωρίς να τους χορηγούνται ορμόνες, φάρμακα ή αντιβιοτικά. Θεωρούνται υδρόβια ζώα καθώς αγαπούν ιδιαίτερα το νερό και την λάσπη που τα προστατεύει από τα έντομα. Και όπως αποκαλύπτουν οι κτηνοτρόφοι που ασχολούνται με την εκτροφή των βούβαλων, αγαπούν πολύ τον άνθρωπο και δένονται μαζί του . Είναι ζώα υγιή, ανθεκτικά και ευπροσάρμοστα. Τα δε προϊόντας τους είναι ιδιαίτερης διατροφικής αξίας.