Η ανάπτυξη συνεργατικών σχημάτων και η δημιουργία ισχυρού εμπορικού σήματος είναι καθοριστικά σύμφωνα με τον γεωπόνο Χάρη Παπαδόπουλο.
Τα ακρόδρυα δέντρα αποτελούν μία από τις σημαντικότερες κατηγορίες καλλιεργειών, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη γεωργία, τη διατροφή και την οικονομία πολλών περιοχών του κόσμου. Ο όρος “ακρόδρυα” αναφέρεται σε δέντρα που παράγουν ξηρούς καρπούς, όπως η αμυγδαλιά, η καρυδιά, η φουντουκιά, η φιστικιά και η καστανιά. Οι ξηροί καρποί που προέρχονται από αυτά τα δέντρα είναι πλούσιοι σε θρεπτικά συστατικά, όπως πρωτεΐνες, καλά λιπαρά, βιταμίνες και μέταλλα, καθιστώντας τους αναπόσπαστο μέρος μιας υγιεινής διατροφής.
Η προσαρμοστικότητα αυτών των δέντρων σε διάφορες κλιματικές συνθήκες και η οικονομική τους απόδοση έχουν καταστήσει την καλλιέργειά τους ελκυστική επιλογή για γεωργούς στη χώρα μας.
Σύμφωνα με τον γεωπόνο κ. Χάρη Παπαδόπουλο (Δενδροκομική Κοζάνης), τα τελευταία 15 χρόνια υπήρξε μια ραγδαία αύξηση στην καλλιέργεια ακρόδρυων στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας. Το μη απαγορευτικό κόστος εγκατάστασης και η προσδοκία αυξημένων τιμών διάθεσης οδήγησε πολλούς παραγωγούς σε αυτή την καλλιεργητική επιλογή. Επίσης, το γεγονός ότι η διάθεση των παραγόμενων προϊόντων δεν χρειάζεται να είναι άμεση, είναι από τα πλεονεκτήματά της.
Η Π.Ε. Κοζάνης χαρακτηρίζεται από ηπειρωτικό κλίμα με ψυχρούς χειμώνες και θερμά καλοκαίρια, στοιχεία που ευνοούν την ανάπτυξη των συγκεκριμένων καλλιεργειών. Οι χειμερινοί παγετοί είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή ποικιλιών, καθώς ορισμένες είναι πιο ανθεκτικές στις χαμηλές θερμοκρασίες. Αν και την τελευταία τετραετία το κλίμα παρουσιάζει έντονη αλλαγή, παρ΄όλα αυτά δεν φαίνεται να επηρεάζει καθοριστικά την καλλιέργεια. Τα εδάφη της περιοχής είναι κατά κύριο λόγο αργιλώδη έως αμμοαργιλώδη, συνήθως καλά στραγγιζόμενα και πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία, γεγονός που συμβάλλει στην παραγωγή καρπών υψηλής ποιότητας.
Παρά την ραγδαία αύξηση της καλλιέργειας, σταδιακά αρχίζει και υποχωρεί αυτή η τάση κυρίως λόγω των τιμών της χονδρικής. Μιλώντας στον «Έλληνα Αγρότη» ο κ. Χάρης Παπαδόπουλος επεσήμανε ότι οι εισαγωγές που γίνονται -ειδικά από τρίτες χώρες – επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την διαμόρφωση των τιμών. Τα ελληνικά προϊόντα ναι μεν δεν έχουν ανταγωνιστικές τιμές, λόγω υψηλού κόστους παραγωγής, υπερτερούν όμως στην ποιότητα.
Να σημειώσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ωθεί τους παραγωγούς στη βιολογική καλλιέργεια, με την απαγόρευση αρκετών φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων, χωρίς ωστόσο να πραγματοποιεί ικανοποιητικούς ελέγχους στα προϊόντα που εισάγει από τρίτες χώρες, στις οποίες δεν υπάρχουν αυτές οι απαγορεύσεις στα σκευάσματα φυτοπροστασίας και λίπανσης.
Για να μπορέσει η καλλιέργεια ακρόδρυων να συνεχιστεί χωρίς να υπάρξει μαζική έξοδος, θα πρέπει οι παραγωγοί να λειτουργήσουν πιο συντονισμένα και να σκεφτούν σοβαρά τον συνεργατισμό. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν ομάδες παραγωγών, οι οποίες θα εστιάσουν στη δημιουργία ισχυρού εμπορικού σήματος (brand name) και στην εξασφάλιση της καλής ποιότητας των προϊόντων. Επίσης, λόγω της υψηλής τιμής διάθεσης, θα πρέπει να «ανοιχτούν» στις αγορές εκείνες που ψάχνουν την ποιότητα και την βιολογική παραγωγή χωρίς να εστιάζουν στην τιμή. Επιπρόσθετα, η διάθεση των προϊόντων απευθείας στις αγορές, χωρίς μεσάζοντες, θα αυξήσει το κέρδος των παραγωγών, καθιστώντας την καλλιέργεια βιώσιμη οικονομικά.
Οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η καλλιέργεια ακρόδρυων είναι η διαχείριση του ανταγωνισμού από εισαγόμενα προϊόντα τρίτων χωρών και η κλιματική αλλαγή. Χρειάζεται να ασκηθούν πολιτικές πιέσεις στην Ε.Ε. για τον αυστηρότερο έλεγχο των εισαγόμενων προϊόντων, με σκοπό την εξισορρόπηση των τιμών, αποτρέποντας την οικονομική αβεβαιότητα για τους καλλιεργητές. Η κλιματική αλλαγή, με την αύξηση της θερμοκρασίας και τις ακραίες καιρικές συνθήκες που συχνά παρατηρούνται, επηρεάζουν την παραγωγικότητα, αλλά και την ανάπτυξη ασθενειών και παρασίτων που απαιτούν συνεχή διαχείριση. Επίσης, σημαντικός παράγοντας θα καταστεί το νερό. Η λειψυδρία και η ανάπτυξη αρδευτικών συστημάτων χρειάζεται να αντιμετωπιστούν στοχευμένα, τόσο τοπικά όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Η Ελλάδα εξάγει σημαντικές ποσότητες καρυδιών, αμυγδάλων και φουντουκιών
Οι εξαγωγές κυρίως αφορούν καρύδια, αμύγδαλα, φιστίκια Αιγίνης και φουντούκια και απευθύνονται σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Γαλλία, αλλά και σε αγορές εκτός Ε.Ε., όπως η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αμερική.
Τα φιστίκια Αιγίνης, συγκεκριμένα, έχουν ισχυρή παρουσία λόγω της υψηλής ποιότητάς τους και της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) που κατέχουν. Ωστόσο, οι εξαγωγές επηρεάζονται από παράγοντες όπως οι διακυμάνσεις στη διεθνή ζήτηση, ο ανταγωνισμός από χώρες εντός κι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης με χαμηλότερο κόστος παραγωγής και η διατήρηση υψηλών προδιαγραφών ποιότητας.
ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΟΤΖΑΚΟΛΙΟΥ
[email protected]