Η καλλιέργεια του μακροφύκους στις εγκαταστάσεις του Ινστιτούτου Αλιευτικής Έρευνας στη Νέα Πέραμο Καβάλας. Ο Δρ Σωτήρης Ορφανίδης, διευθυντής ερευνών του ΙΝΑΛΕ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), μίλησε στον «Έ.Α.» για την παραγωγή της Ulva lactuca.
ΤΟΥ ΧΡΥΣΌΣΤΟΜΟΥ ΤΡΊΜΜΗ
[email protected]
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που στο εργαστήριο του Ινστιτούτου Αλιευτικής Έρευνας (ΙΝΑΛΕ) που λειτουργεί στη Νέα Πέραμο Καβάλας, ξεκίνησε η καινοτόμα καλλιέργεια σε δεξαμενές του βρώσιμου πράσινου μακροφύκους Ulva, με το συγκεκριμένο γένος να έχει βρώσιμες διαστάσεις και αρκετές πιθανές χρήσεις με ανάλογα οφέλη και για τον άνθρωπο. Ο Δρ Σωτήρης Ορφανίδης, διευθυντής ερευνών του ΙΝΑΛΕ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), μίλησε στον «Έ.Α.» για την παραγωγή της Ulva, της Ulva lactuca που χαρακτηρίζεται ως το μαρούλι της θάλασσας και όχι μόνο.
Λέγεται και σιτάρι της θάλασσας, αλλά όπως αναφέρει και Δρ Ορφανίδης, ο ίδιος προτιμά τον χαρακτηρισμό «δημητριακό της θάλασσας» γιατί όπως σημειώνει, το συγκεκριμένο είδος έχει τις ιδιότητες του σιταριού, του καλαμποκιού και της σόγιας. Μόνο αυτοί οι χαρακτηρισμοί άλλωστε αρκούν στον μέσο αναγνώστη και όχι μόνο να στρέψει τη σκέψη του προς την επισιτιστική κρίση και στο αν και πώς τα φυτά της θάλασσας θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην καταπολέμησή της.
«Ανάλογα με την ποιότητα και την ποσότητα το βλέπουμε υπό την οπτική της τροφής. Έχει αρχικά να κάνει με τον τρόπο που θα παραχθεί. Μπορεί να παραχθεί σε θερμοκήπιο όπως κάνουμε εμείς, μπορεί να το μαζέψει κανείς από λιμνοθάλασσες…. Ανάλογα με την ποιότητά του προκύπτουν και οι χρήσεις. Εμείς επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε ένα προϊόν προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις του καταναλωτή. Πχ αν θέλει να το αξιοποιήσει σε φαρμακευτικό σκεύασμα, θα το ενισχύσουμε έτσι ώστε να έχει υψηλότερη περιεκτικότητα σε κάποια συγκεκριμένη ουσία» αναφέρει ο Δρ Ορφανίδης.
Σύμφωνα με το ίδιο, η Ulva μπορεί να έχει υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, που μπορεί να φτάσει μέχρι και το 35% επί ξηρού βάρους. «Εμείς έχουμε μετρήσει μέχρι και 17% καθαρή πρωτεΐνη, και είναι ένα τρόφιμο κατάλληλο για vegan. Έχει επίσης μεγάλη περιεκτικότητα σε μέταλλα, και έχει υψηλή συγκέντρωση ιωδίου, που μπορεί να αξιοποιηθεί για άτομα που έχουν έλλειψη. Πχ οι έγκυες παρουσιάζουν κάποιες φορές χαμηλά επίπεδα ιωδίου στον οργανισμό τους και η Ulva μπορεί να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία ανάλογων συμπληρωμάτων διατροφής. Είναι επίσης πλούσια σε αντιοξειδωτικά, που ξέρουμε ότι καταπολεμούν τις ελεύθερες ρίζες στον ανθρώπινο οργανισμό και προστατεύουν τα κύτταρα και συμβάλλουν στην πρόληψη χρόνιων ασθενειών. Έχει επίσης αντιβακτηριδιακές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Πολλές είναι οι χρήσεις από εκεί και πέρα στις οποίες μπορεί η Ulva να συμπεριληφθεί, και εξαρτάται από την ποιότητα της πρώτης ύλης» επισημαίνει διευθυντής ερευνών του ΙΝΑΛΕ.
Απέναντι στην κλιματική κρίση
Αν τα δάση και τα φυτά πάνω στη γη του πλανήτη παίζουν τον ρόλο τους σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των κλιματικών συνθηκών, λαμβάνοντας υπόψη κανείς ότι οι ωκεανοί καλύπτουν τον πλανήτη, μπορεί να συνδυάσει στις σκέψεις του τον ρόλο που μπορούν να παίξουν τα θαλάσσια φυτά σ’ αυτό το θέμα, και η Ulva έρχεται να αποτελέσει έναν από τους πρωταγωνιστές. Από την άλλη, οι απαιτήσεις τις καλλιέργειας είναι τέτοιες που μοιάζουν πιο φιλικές προς τον άνθρωπο σε σχέση με μία συμβατική καλλιέργεια σε αγρό.
Όπως εξηγεί ο Δρ. Ορφανίδης: «Είναι ένα υδρόβιο φυτό και χρειάζεται θαλασσινό νερό, οπότε δεν έχουμε απαίτηση σε γλυκό νερό που σπανίζει και θα σπανίζει περισσότερο στο μέλλον. Επίσης δεσμεύει διοξείδιο του άνθρακα και συμβάλλει στη μείωση της έντασης της κλιματικής αλλαγής και της κλιματικής κρίσης».
Από την άλλη, πρόκειται για μία παραγωγή που παράλληλα μπορεί να αξιοποιηθεί σε μία συγκαλλιέργεια, που είναι το μέλλον σε πολλές καλλιέργειες, απορροφώντας απόβλητα ψαριών, έτσι ώστε να υπάρχει μικρότερο αποτύπωμα άνθρακα και λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον. «Υπάρχει λοιπόν μέλλον προς αυτήν την κατεύθυνση. Μιλάμε για μία καλλιέργεια που δεν έχει απόβλητα…» εξηγεί ο διευθυντής ερευνών του ΙΝΑΛΕ.
Μιλώντας με οικονομικούς όρους, η καλλιέργειά της είναι ένα θέμα προς διερεύνηση. «Δεν είμαστε οι μοναδικοί που καλλιεργούμε Ulva, με το Ισραήλ να είναι πρωτοπόρο σ’ αυτήν την καλλιέργεια, που έχει και βιβλίο μαγειρικής με βάση αυτό το υλικό! Εμείς θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα προϊόν υψηλής καθαρότητας και ποιότητας, που θα έχει και υψηλή τιμή» καταλήγει μεταξύ άλλων ο κ. Ορφανίδης.
Απάντηση στην επισιτιστική κρίση με γεύση… umami
O Δρ. Ορφανίδης είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει την Ulva και ως σαλάτα και ως αποξηραμένη και διαβεβαιώνει ότι είναι γευστικότατη, αλλά και μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο, ενός άλλου συστατικού που δίνει γεύση στα φαγητά μας, που δεν είναι άλλο από το αλάτι.
«H Ulva έχει γεύση umami, τη λεγόμενη πέμπτη γεύση, που στα ιαπωνικά umami σημαίνει καλή γεύση, ιδιαίτερα αποξηραμένη, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καρύκευμα ή ως υποκατάστατο του αλατιού. Ξέρουμε ότι οι Έλληνες καταναλώνουν περισσότερο αλάτι απ’ ότι προβλέπει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Η Ulva έχει περισσότερο κάλιο από νάτριο, που είναι το πρόβλημα στο αλάτι. Μπορεί να καταναλωθεί και ως σαλάτα, όπως έχει γίνει και στον συνεταιρισμό της Κεραμωτής Καβάλας, με ελαιόλαδο και λεμόνι» σημειώνει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει: «Σκοπεύουμε να συλλέξουμε και από λιμνοθάλασσες και με τη σύσταση του ξηρού υλικού να προχωρήσουμε σε κατευθύνσεις για τη δημιουργία διαφόρων προϊόντων».
Από εκεί και πέρα όμως, είδη όπως η Ulva μπορεί να είναι στο μέλλον μια ισχυρή απάντηση απέναντι στην για την επισιτιστική κρίση, με τον άνθρωπο να αξιοποιεί τα φυτά της θάλασσας; Όπως θ’ αναφέρει το στέλεχος του ΙΝΑΛΕ: «Εννοείται. Φανταστείτε σε 50 χρόνια με 10 δις πληθυσμού στον πλανήτη, το μέλλον για την ανθρωπότητα είναι το μποστάνι της θάλασσας και θα θέλουμε… μάσκα και βατραχοπέδιλα. Άλλωστε, η Ελλάδα προσφέρεται για αξιοποίηση με πολλά χιλιόμετρα ακτών διαθέσιμα».
Επίσης, τα φύκια του γένους Ulva μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σε άλλες εφαρμογές. Μπορούν για παράδειγμα να αποτελέσουν τη βάση οργανικού λιπάσματος, για τη βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους. Είναι άλλωστε πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, περιέχοντας άζωτο, φώσφορο, κάλιο και ιχνοστοιχεία (π.χ. μαγνήσιο, ασβέστιο), μπορούν να συμβάλλουν στην ενίσχυση και ανάπτυξη ωφέλιμων μικροοργανισμών στο έδαφος, καθώς και να μειώσουν τις ασθένειες των φυτών της γης, έχοντας αντιμικροβιακές και αντιπαθογόνες ιδιότητες. Τέλος, είναι σε θέση να βελτιώσουν την υγρασία του εδάφους, αφού οι πολυσακχαρίτες που περιέχουν συγκρατούν νερό, βοηθώντας στην αντοχή της καλλιέργειας σε ξηρασία.
Τα φύκια στην παγκόσμια αγορά και η θέση της Ευρώπης
Τα φύκια, τα οποία απαντώνται σε θαλάσσια και γλυκά νερά, είναι πλούσια σε πρωτεΐνες, βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία και αντιοξειδωτικά. Είδη όπως η σπιρουλίνα και η χλωρέλλα έχουν ήδη ενταχθεί στη διατροφή πολλών ανθρώπων παγκοσμίως, ενώ φύκια όπως το νορί, το κέλπι και το βάκαμε χρησιμοποιούνται ευρέως στην ασιατική κουζίνα.
Επιπλέον, οι επιστήμονες εξετάζουν και άλλα είδη φυκών για διατροφική χρήση, όπως η δουνάλιελλα (Dunaliella), που είναι πλούσιο σε β-καροτένιο, και η Gracilaria, το οποίο χρησιμοποιείται και στην παραγωγή άγαρ. Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, αυτά τα φύκη προσφέρουν διαφορετικά διατροφικά οφέλη και έχουν τη δυνατότητα να ενσωματωθούν σε ποικιλία τροφίμων, από συμπληρώματα διατροφής μέχρι εναλλακτικά συστατικά για την παρασκευή ψωμιού και σνακ.
Η σπιρουλίνα, για παράδειγμα, περιέχει έως και 70% πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας, γεγονός που την καθιστά ιδανική πηγή φυτικής πρωτεΐνης για ανθρώπους που ακολουθούν χορτοφαγική ή vegan διατροφή. Παράλληλα, τα φύκια αποτελούν πλούσια πηγή Ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία συμβάλλουν στη διατήρηση της καρδιαγγειακής υγείας.
Την ώρα πάντως που αρκετές περιοχές έχουν μπει στη διαδικασία αξιοποίησης των βρώσιμων φυκιών, η Ευρώπη δείχνει να έχει μείνει πολύ πίσω. Στον παγκόσμιο τζίρο των 35 δις ευρώ, η Γηραιά Ήπειρος μετά βίας ξεπερνά το 1% στο μερίδιο που της αναλογεί, έστω και αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για περεταίρω συμμετοχή με ανάλογα κέρδη. Ας σκεφτεί κανείς μόνο τα βρώσιμα φύκια που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή σούσι για να βγάλει τα συμπεράσματά του. Φυσικά, τα πρωτεία στη δραστηριότητα βρώσιμων φυκιών, την έχει η Άπω Ανατολή!
Παρότι τα φύκια έχουν ήδη ενταχθεί σε διάφορες αγορές, η διάδοσή τους ως βασική τροφή εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Η γεύση τους, η ανάγκη για περαιτέρω έρευνα σε ζητήματα ασφαλείας και η διαμόρφωση αποδοτικών μεθόδων καλλιέργειας είναι παράγοντες που χρήζουν βελτίωσης. Παρ’ όλα αυτά, με την αυξανόμενη ζήτηση για βιώσιμες και υγιεινές διατροφικές επιλογές, οι προοπτικές είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρες.
Η λειτουργία ως βιοφίλτρο
Τα φύκια Ulva έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ως βιοφίλτρα για την απομάκρυνση ρύπων από το νερό. Δεσμεύουν άζωτο και φώσφορο, μειώνοντας τον ευτροφισμό, απορροφούν τοξικά μέταλλα και καθαρίζουν λύματα από ιχθυοκαλλιέργειες και γεωργικά απόβλητα.
Πηγή Βιοδραστικών Ενώσεων
Τα Ulva περιέχουν βιοδραστικές ενώσεις με πολλές βιομηχανικές και φαρμακευτικές εφαρμογές. Για παράδειγμα περιέχουν ουλβάνη, που είναι πολυσακχαρίτης με αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις και ανοσοδιεγερτικές ιδιότητες, φαινολικές ενώσεις και πεπτίδια και πολυσακχαρίτες που χρησιμοποιούνται σε καλλυντικά και βιοϊατρικές εφαρμογές.
Και το… πρόβατο θάλασσας
Τελευταία τάση είναι η αξιοποίηση και άλλων θαλάσσιων οργανισμών διατροφικά. Έτσι, γίνεται έρευνα για τον αχινό, που αποκαλείται και… πρόβατο της θάλασσας, βάσει της.. διατροφής του, που καταναλώνει το μαρούλι της θάλασσας!
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΓΡΟΤΗΣ»