«Αγρότες και κτηνοτρόφοι δικαίως διαμαρτύρονται για το αλόγιστο άνοιγμα της ευρωπαϊκής οικονομίας στις αθρόες εισαγωγές από τρίτες χώρες»
Η περίφημη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου της Ε.Ε. με τα κράτη της Mercosur κρύβει ολέθριες καταστάσεις για τους Ευρωπαίους αγρότες. Ολα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για την υπόθεση αυτή αναφέρονται στην αποκαλυπτική συνέντευξη του καθηγητή Θεσμών της Ε.Ε. στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, πρώην ευρωβουλευτή και βουλευτή Ηρακλείου (2012-2014) Νότη Μαριά, στην εφημερίδα «Ελληνας Αγρότης»
Του Χριστόφορου Παπαδάκη ([email protected])
Η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου της Ε.Ε. με τα κράτη της Mercosur, στα οποία περιλαμβάνονται η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Ουρουγουάη, η Παραγουάη και εσχάτως η Βολιβία, που προσχώρησε στο μπλοκ το 2024, αναμένεται να δημιουργήσει μια από τις μεγαλύτερες ζώνες ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο, η οποία θα περιλαμβάνει 750 εκατομμύρια ανθρώπους και περίπου το 1/5 της παγκόσμιας οικονομίας. Και όλα αυτά ενώ ο Τραμπ απειλεί να επιβάλει δασμούς σε Κίνα, Καναδά, Μεξικό, Ε.Ε. και πιθανόν και σε κράτη της Mercosur.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, η Ε.Ε. είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εταίρος της Mercosur στο εμπόριο αγαθών, μετά την Κίνα και μπροστά από τις ΗΠΑ. Η Ε.Ε. αντιπροσώπευε το 16,9% του συνολικού εμπορίου της Mercosur το 2023, ενώ η Mercosur ήταν ο δέκατος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε. Το 2023, οι εξαγωγές της Ε.Ε. προς τις τότε τέσσερις χώρες της Mercosur ανήλθαν σε 55,7 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές της στην Ε.Ε. ανήλθαν συνολικά σε 53,7 δισ. ευρώ.
Οι μεγαλύτερες εξαγωγές της Mercosur προς την Ε.Ε. το 2023 ήταν ορυκτά προϊόντα (29,6% των συνολικών εξαγωγών), τρόφιμα, ποτά και καπνός (19,2%), και φυτικά προϊόντα (17,9%). Οι εξαγωγές της Ε.Ε. προς τη Mercosur περιλαμβάνουν μηχανήματα και συσκευές (26,7% των συνολικών εξαγωγών), χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα (25%) και εξοπλισμό μεταφορών (11,9%). Η Ε.Ε. εξήγαγε υπηρεσίες ύψους 28,2 δισ. ευρώ στη Mercosur, ενώ η Mercosur εξήγαγε υπηρεσίες αξίας 12,3 δισ. ευρώ στην Ε.Ε. το 2022. Τέλος, το συσσωρευμένο απόθεμα επενδύσεων της Ε.Ε. έχει αυξηθεί από 130 δισ. ευρώ το 2000 σε 384,7 δισ. ευρώ το 2022.
Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι με την αδασμολόγητη εισαγωγή των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων της Mercosur στην Ε.Ε. θα πληγεί το εισόδημα των Ευρωπαίων αγροτών, καθώς τα προϊόντα της Mercosur, μη τηρώντας τα αυστηρά ευρωπαϊκά standards σε σχέση με την περιβαλλοντική προστασία, την προστασία της υγείας των καταναλωτών και την ευζωία των εκτρεφόμενων ζώων, έχουν χαμηλότερα κόστη παραγωγής και συνακόλουθα χαμηλότερες τιμές πώλησης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται έτσι αθέμιτος ανταγωνισμός κατά των ευρωπαϊκών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Για όλους αυτούς τους λόγους, εγώ από την πλευρά μου, ως ευρωβουλευτής κατά τη θητεία μου το 2014-2019, είχα επανειλημμένα αντιταχθεί στην από τότε σχεδιαζόμενη συμφωνία Ε.Ε. – Mercosur με σχετικές μου παρεμβάσεις στην Ευρωβουλή.
Θεωρείτε ότι τελικά, υπό την πίεση των αγροτών της Ε.Ε., υπάρχουν ελπίδες υπαναχώρησης των Βρυξελλών;
Ως γνωστόν, οι Γάλλοι αγρότες πήραν πάλι τους δρόμους, διαμαρτυρόμενοι κατά της Κομισιόν, που προωθεί τη σύναψη της συμφωνίας Ε.Ε. – Mercosur. Πρόκειται για τη συνέχεια των αγροτικών κινητοποιήσεων του περασμένου Φεβρουαρίου, που ανέδειξαν με εξαιρετικά σαφή τρόπο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι αγρότες ως συνέπεια του αλόγιστου ανοίγματος της ευρωπαϊκής οικονομίας στις αθρόες εισαγωγές αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από τρίτες χώρες, λόγω της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης την οποία με θρησκευτική ευλάβεια προώθησε το ιερατείο των Βρυξελλών ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Βασική συνταγή ήταν η εγκατάλειψη της θεμελιώδους αρχής της κοινοτικής προτίμησης, η οποία προστάτευε τους Ευρωπαίους αγρότες και αποτελούσε ακρογωνιαίο λίθο της ΚΑΠ.
Αλλά η κόντρα δεν γίνεται μόνο στους δρόμους, αλλά και στους διαδρόμους των Βρυξελλών. Ετσι, στο πλευρό της Γαλλίας, που αντιτίθεται στη σύναψη της συμφωνίας Ε.Ε. – Mercosur, τέθηκε η Πολωνία, ενώ το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Ιρλανδία και η Αυστρία, χώρες με ισχυρά αγροτικά συμφέροντα, εκφράζουν επίσης τις αντιρρήσεις τους. Το ίδιο ισχύει σε κάποιον βαθμό για την Ιταλία, μια και δεν υπάρχει πλήρης ομοφωνία στους κόλπους της ιταλικής κυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, Γερμανία και Ισπανία ηγούνται ενός μπλοκ 11 κρατών-μελών της Ε.Ε., τα οποία επιθυμούν πάση θυσία τη σύναψη της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου Ε.Ε. – Mercosur. Μάλιστα, η Γερμανία, μέσω Σολτς, στο περιθώριο της πρόσφατης συνάντησης του G20 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, διεμήνυσε ότι η συμφωνία Ε.Ε. – Mercosur πρέπει να προχωρήσει. Αλλωστε, το διμερές εμπόριο Γερμανίας – Mercosur το 2022 είχε ανέλθει στα 24 δισ. ευρώ από τα 120 δισ. ευρώ που ήταν το συνολικό διμερές εμπόριο Ε.Ε. – Mercosur. Ετσι, ο ανταγωνισμός Ε.Ε. – Κίνας για τη μεγάλη αγορά των χωρών της Mercosur χτυπάει πλέον «κόκκινο». Πολύ δε περισσότερο καθώς, ενώ για το 2023 το συνολικό διμερές εμπόριο της Ε.Ε. με όλες τις χώρες της Mercosur ανήλθε στα 109,4 δισ. ευρώ, το ίδιο έτος μόνο το διμερές εμπόριο Κίνας – Βραζιλίας είχε φτάσει τα 157,6 δισ. δολάρια.
Η συμφωνία Μercosur δεν είναι καινούργια
Πόσο καινούργια τελικά είναι αυτή η συμφωνία; Ή μήπως έχει μεθοδεύεται από παλαιότερα, βάσει μυστικών διαπραγματεύσεων, κάτω από τη μύτη των Ευρωπαίων αγροτών;
Οι διαπραγματεύσεις για το τελικό κείμενο της συμφωνίας γίνονταν τουλάχιστον από το 2019, χωρίς ιδιαίτερη δημοσιότητα, για ευνόητους λόγους.
Τι γίνεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία; Αυτή η υπόθεση έχει να κάνει και με τη στήριξη της Ε.Ε. προς την Ουκρανία;
Στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου που βρίσκονται πλέον στο στόχαστρο των Ευρωπαίων αγροτών περιλαμβάνονται τόσο η συμφωνία Ε.Ε. – Mercosur όσο και η συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών Ε.Ε. – Ουκρανίας που εφαρμόζεται πλήρως λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Με την εφαρμογή της, τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και οι Ελληνες αγρότες αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό στα θέματα των σιτηρών και στα ζητήματα που έχουν σχέση με την αμπελουργία. Ακόμη και μέλι, πάμφθηνο αλλά αμφιβόλου ποιότητας, εισάγεται στην Ελλάδα από την Ουκρανία. Επιπλέον, η συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών Ε.Ε. – Ουκρανίας οδηγεί στη διάλυση και του κτηνοτροφικού τομέα στην Ελλάδα, καθώς έχουμε αθρόα εισαγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων -αμφιβόλου πάντα ποιότητας- και κρέατος. Ετσι, οι Ελληνες κτηνοτρόφοι, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ήδη πάρα πολλά προβλήματα, λόγω της φτωχοποίησης που έχει επέλθει με το Μνημόνιο, θα βρεθούν σε ακόμη δυσμενέστερη θέση.
Κοινή Αγροτική Πολιτική: σε ποια κατεύθυνση κινείται; Στηρίζει τα συμφέροντα του αγροτικού κόσμου στη χώρα μας και στις άλλες χώρες-μέλη ή ουσιαστικά στηρίζει άλλου είδους συμφέροντα;
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική κινείται σε λάθος κατεύθυνση, καθώς, προκειμένου οι Βρυξέλλες να προωθήσουν την εξαγωγή των βιομηχανικών προϊόντων του ευρωπαϊκού Βορρά στις παγκόσμιες αγορές, και κυρίως στις αναπτυσσόμενες αγροτικές χώρες, δέχθηκαν ως αντιστάθμισμα την κατάργηση της αρχής της κοινοτικής προτίμησης, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο για τη στήριξη των ευρωπαϊκών αγροτικών προϊόντων και του εισοδήματος των Ευρωπαίων αγροτών. Ετσι, η απελευθέρωση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων τρίτων χωρών στην Ε.Ε. όξυνε τα προβλήματα των αγροτών του φτωχοποιημένου ευρωπαϊκού Νότου.
Πάντως, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στα συμφέροντα των καταναλωτών μέσα από την εν λόγω συμφωνία. Εχει κάποια δόση αλήθειας ότι επωφελούνται οι καταναλωτές;
Λόγω του χαμηλού κόστους παραγωγής των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων της Mercosur, οι τιμές διάθεσης των εν λόγω προϊόντων σε πρώτη φάση θα είναι χαμηλότερες σε σχέση με αυτές των ευρωπαϊκών αντίστοιχων προϊόντων, και έτσι θα υπάρξει ένα πρώτο όφελος στην τσέπη του Ευρωπαίου καταναλωτή. Ομως, η διαφορά στην τιμή αυτή θα αρχίσει συν τω χρόνω θα εξανεμίζεται σταδιακά, καθώς πάντοτε υπάρχει τάση αύξησης των τιμών ενός προϊόντος προς το ακριβότερο αντίστοιχο προϊόν της ίδιας κατηγορίας, ιδίως δε όταν η αγορά είναι δομημένη ολιγοπωλιακά, όπως συμβαίνει όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον, οι χαμηλότερες τιμές των προϊόντων της Mercosur μπορεί μεν να ευνοήσουν σε πρώτη φάση την τσέπη των Ευρωπαίων καταναλωτών, όμως είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσουν αυξημένους κινδύνους για την υγεία τους, καθώς οι μηχανισμοί ελέγχου και τήρησης των ευρωπαϊκών προδιαγραφών κατά της χρήσης απαγορευμένων φυτοφαρμάκων, αντιβιοτικών και ορμονών, που λειτουργούν στις χώρες της Mercosur, δεν είναι επαρκείς Αυτό προκύπτει από σχετική έκθεση της Κομισιόν, ύστερα από έρευνα που έγινε στη Βραζιλία το διάστημα από 27 Μαΐου 2024 έως 14 Ιουνίου 2024, όπου διαπιστώθηκε ότι ο κατάλογος των ορμονών που έχει εγκριθεί για χρήση στα βοοειδή στη Βραζιλία περιλαμβάνει οιστραδιόλη 17β, η οποία απαγορεύεται στην Ε.Ε. να χρησιμοποιείται για ζωοτεχνικούς σκοπούς σε ζώα από τα οποία παράγονται τρόφιμα. Επιπλέον, στην ίδια έκθεση τονίζεται ότι υπάρχουν 23 κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα που περιέχουν οιστραδιόλη 17β, τα οποία είναι εγκεκριμένα στη Βραζιλία για ζωοτεχνική χρήση. Μάλιστα, στις ετικέτες τους δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το προϊόν δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε βοοειδή, το κρέας των οποίων προορίζεται για την αγορά της Ε.Ε. Θα πρέπει να σημειωθεί δε ότι η οιστραδιόλη 17β έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη και την εξέλιξη διαφόρων τύπων καρκίνων.
Επιπλέον, σύμφωνα με την παραπάνω έκθεση της Κομισιόν, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Βραζιλίας δεν μπορούν να εγγυηθούν την αξιοπιστία των ένορκων δηλώσεων των εκεί αρμόδιων φορέων για μη χρήση οιστραδιόλης 17β στα βοοειδή και επίσης δεν είναι σε θέση να πιστοποιήσουν αξιόπιστα τη σχετική συμμόρφωση στο αντίστοιχο υπόδειγμα υγειονομικού πιστοποιητικού Ε.Ε. για το βόειο κρέας που προορίζεται για εξαγωγές στην Ε.Ε. Με τον τρόπο αυτόν αμφισβητείται πλέον η συνεχιζόμενη καταχώριση της Βραζιλίας στις χώρες που συμμορφώνονται με το Παράρτημα Ι του εκτελεστικού κανονισμού της Ε.Ε. 2021/405 αναφορικά με τα βοοειδή, τα οποία πρέπει να τηρούν τους υγειονομικούς κανόνες της Ε.Ε.
Το πρόβλημα όμως αυτό δεν αφορά μόνο το βόειο κρέας και τα παράγωγά του, αλλά και το αγελαδινό γάλα και τα παράγωγά του σε χιλιάδες προϊόντα στη διατροφική αλυσίδα και τη βιομηχανία τροφίμων. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι όλα τα παραπάνω προκαλούν πλέον εύλογες ανησυχίες στους Ευρωπαίους καταναλωτές, και για τον λόγο αυτόν υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις από τις ευρωπαϊκές καταναλωτικές οργανώσεις κατά της συμφωνίας με τη Mercosur. Επιπλέον, καθώς το βόειο κρέας Mercosur και τα παράγωγά του, το αγελαδινό γάλα Mercosur και τα παράγωγά του θα κυκλοφορούν ελεύθερα εντός της Ε.Ε., αυτό θα έχει ως συνέπεια να πληγεί και η εμπιστοσύνη στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά προϊόντα (βόειο κρέας, αγελαδινό γάλα κ.λπ.), παρότι αυτά τηρούν τις προδιαγραφές προστασίας της υγείας των καταναλωτών. Μάλιστα, αρκετοί φοβούνται ότι η λειτουργία της αγοράς θα έχει ως συνέπεια, αντί η Mercosur να προσαρμοστεί στα υψηλά περιβαλλοντικά και υγειονομικά ευρωπαϊκά standards, τελικά τα ευρωπαϊκά standards να προσαρμοστούν σε αυτά της Mercosur, που είναι χαμηλότερα.
Αντίστοιχοι φόβοι υπάρχουν και για αρκετά μεταλλαγμένα αγροτικά προϊόντα που παράγονται στη Mercosur, και κυρίως για τη σόγια.
- Ο Νότης Μαριάς είναι καθηγητής Θεσμών της Ε.Ε. στο Πανεπιστήμιο Κρήτης