Για τα ζητήματα που αφορούν τυποποίηση και συσκευασία προϊόντων συνομιλήσαμε με τους Ευθύμιο Λειβαδίτη, Αντιπρόεδρο Δ.Σ της Θερμοκήπια Θράκης και Δρ. Θεόδωρο Τσούφη, Επικεφαλή Τμήματος R&D της Πλαστικά Θράκης Pack.
«Περίπου το 30% των νωπών οπωροκηπευτικών διατίθεται χύμα, ακόμα και όταν πρόκειται για εξαγωγές με αποτέλεσμα να χάνονται ευκαιρίες τα ποιοτικά προϊόντα, να προβάλλουν την Ελλάδα στο εξωτερικό».
ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΟΥΡΑΤΙΔΗ
[email protected]
Στην Ελλάδα, περίπου το 30% των νωπών οπωροκηπευτικών διατίθεται χύμα, ακόμα και όταν πρόκειται για εξαγωγές, παρά το γεγονός ότι τόσο η νομοθεσία της ΕΕ, όσο και η εθνική νομοθεσία απαγορεύουν κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα είναι το αγροτικό ισοζύγιο της χώρας να χάνει μέχρι και 1 δισεκατομμύριο ευρώ προστιθέμενης αξίας, ενώ παράλληλα χάνονται και ευκαιρίες ποιοτικά προϊόντα, να προβάλλουν την Ελλάδα στο εξωτερικό.
Η συσκευασία δημιουργεί προστιθέμενη αξία στο προϊόν, αλλά παράλληλα επιβαρύνει το ενεργειακό αποτύπωμα. Πως ισορροπούν αυτά τα δύο;
«Είναι το παράδοξο της ελληνικής αγοράς, τα φρέσκα προϊόντα, φρούτα και λαχανικά, να διακινούνται στο μεγαλύτερο ποσοστό ως μη συσκευασμένα. Αυτό κυρίως οφείλεται στον μεγάλο κατακερματισμό της παραγωγής με μικρούς ή πολύ μικρούς παραγωγούς που δεν επιδιώκουν να δώσουν προστιθέμενη αξία στο προϊόν τους. Στο εξωτερικό είναι ακριβώς το αντίθετο και με τις μεγάλες παραγωγικές ομάδες και με τις ομάδες παραγωγών. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια, όχι στη μείωση της συσκευασίας, αλλά στον επανασχεδιασμό των συσκευασιών με στόχο τη μείωση των υλικών και τη βελτίωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματός τους».
Υπάρχουν πλέον κάποιες υποχρεώσεις των αγροτών όσον αφορά τη συσκευασία προϊόντων και κυρίως όταν πρόκειται για εξαγωγές. Θεωρείτε ότι οι υποχρεώσεις αυτές θα αυξηθούν στο μέλλον ή υπάρχει ενδεχόμενο να γυρίσουμε ξανά στο χύμα προϊόν;
«Τα αγροτικά προϊόντα πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες της ΕΕ και τις ελληνικές αγορανομικές διατάξεις. Επομένως υποχρεούνται να φέρουν σημάνσεις που μόνο στις συσκευασίες μπορούν να αποτυπωθούν οι υποχρεωτικές πληροφορίες για το προϊόν και τον παραγωγό. Το πλαίσιο γίνεται συνεχώς αυστηρότερο με σκοπό να προστατευτούν καταναλωτής και παραγωγός. Ο καταναλωτής θα μπορεί να διακρίνει και να επιλέγει με τα καλύτερα δυνατά κριτήρια το προϊόν που θέλει και να προστατεύεται. Επίσης, ο παραγωγός να προστατεύεται από αθέμιτες πρακτικές, όπως παράνομες εισαγωγές, αθέμιτο ανταγωνισμό από ακατάλληλα προϊόντα».
Τι έχει αλλάξει στα υλικά συσκευασίας την περασμένη δεκαετία και πως αυτό έχει επηρεάσει την ασφάλεια των τροφίμων και το κόστος συσκευασίας;
«Ο θεμελιώδης ρόλος της συσκευασίας είναι να διασφαλίζει την προστασία, ασφάλεια και υγιεινή του περιεχομένου τροφίμου. Τα τελευταία χρόνια η πρόοδος στα πεδία της επιστήμης & τεχνολογίας έχει οδηγήσει στην προσφορά εναλλακτικών υλικών συσκευασίας ή σε τρόπους βέλτιστης αξιοποίησης των υφιστάμενων παραδοσιακών υλικών (π.χ. λιγότερη χρήση πλαστικού), προκειμένου η τελική συσκευασία να αποκτήσει και αειφόρα χαρακτηριστικά.
Θα πρέπει βέβαια να υπογραμμιστεί ότι η επιλογή και χρήση υλικών που με μια πρώτη ματιά φαίνεται ότι προσδίδουν αειφόρα χαρακτηριστικά στην συσκευασία, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνεται εις βάρος (ή διακινδυνεύοντας) την υγιεινή & ασφάλειά που αυτή προσφέρει για το τρόφιμο. Το τελευταίο είναι κρίσιμης σημασίας εάν ληφθούν υπόψη οι ριζικές αλλαγές που έχουν επέλθει την τελευταία 5ετία στο κανονιστικό πλαίσιο που διέπει ειδικά τις συσκευασίες τροφίμων (π.χ. μείωση των αποδεκτών ορίων μετανάστευσης ουσιών από την συσκευασία προς το τρόφιμο ή απαγόρευση χρήσης συγκεκριμένων συστατικών στα υλικά συσκευασίας) και κυρίως αυτές που αναμένονται να ισχύσουν άμεσα στην ΕΕ».
Ποια ελληνικά προϊόντα πρωτοστατούν στη συσκευασία και ποια έχουν μείνει πίσω;
«Εδώ να αναφέρουμε τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται στο επίπεδο των ελληνικών φρούτων, όπως είναι το ακτινίδιο, η φράουλα, το κεράσι, το σταφύλι. Τα προϊόντα αυτά διατίθενται πλέον συσκευασμένα και επώνυμα. Από την άλλη, τα λαχανικά δεν ακολουθούν με τον ίδιο ρυθμό, παραμένουν μεν επώνυμα και ελληνικά αλλά σε μεγάλες συσκευασίες και όχι σε μικροσυσκευασίες που απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή που στόχο θα είχαν την ανάδειξή τους και την αναγνωρισιμότητά τους. Έτσι, αγγούρια, τομάτες και πιπεριές εξάγονται μεν σε μεγάλες ποσότητες, χωρίς όμως να καρπώνονται την προστιθέμενη αξία».
Θεωρείτε ότι οι αγρότες επενδύουν περισσότερο στη δημιουργία συσκευαστηρίων ή παραδίδουν τα προϊόντά τους σε τρίτους για τη συσκευασία;
«Υπήρξε μία μεγάλη αλλαγή το προηγούμενο διάστημα. Ομάδες παραγωγών οργανώθηκαν και μέσω επιχειρησιακών προγραμμάτων επένδυσαν σε συσκευαστήρια που βοήθησαν στην ποιοτική αναβάθμιση των προϊόντων τους και εν τέλει στην αύξηση των πωλήσεών τους. Αυτό έγινε σε τοπικό επίπεδο, χωρίς να επιβαρύνουν και να θέτουν σε κίνδυνο ζημιάς το φρέσκο και ευάλωτο σε αλλοίωση προϊόν τους. Αυτή ήταν μία χρυσή τομή για τους παραγωγούς. Σε κάθε περίπτωση όμως και οι μεγάλες μονάδες συσκευασίας και αποθήκευσης έχουν επενδύσει σε εξοπλισμό και τεχνογνωσία για να διατηρείται το υψηλό επίπεδο των ελληνικών κηπευτικών και φρούτων. Σε αυτό βέβαια συνετέλεσαν και οι συσκευασίες τελευταίας γενιάς που είναι πλέον διαθέσιμες. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι η επιλογή ενός παραγωγού συσκευασίας που διαθέτει εκτεταμένη εμπειρία και τεχνογνωσία στην ανάπτυξη και παραγωγή συσκευασιών που χρησιμοποιούνται σε άλλες κατηγορίες συσκευασμένων τροφίμων (π.χ. γαλακτοκομικά), μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην μείωση των απαιτούμενων χρόνων και στην αποφυγή αστοχιών».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΓΡΟΤΗΣ»